περούκα — Πρόσθετη κόμη, που αποτελείται από δύο στοιχεία: τη βάση, δηλαδή το δίχτυ πάνω στο οποίο εφαρμόζονται τα μαλλιά, και τα ίδια τα μαλλιά. Η συνήθεια να προστίθενται μαλλιά στη φυσική κόμη συναντάται ήδη στους πιο αρχαίους χρόνους, αλλά δεν είναι… … Dictionary of Greek
συρία — Κράτος της Μέσης Ανατολής. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με το Λίβανο, στα Ν με την Ιορδανία και στα Α με το Ιράκ. Βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο.H Συρία, το όνομα της οποίας προέρχεται από την αρχαία Aσσυρία, που για τους Έλληνες… … Dictionary of Greek
συριά — Κράτος της Μέσης Ανατολής. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με το Λίβανο, στα Ν με την Ιορδανία και στα Α με το Ιράκ. Βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο.H Συρία, το όνομα της οποίας προέρχεται από την αρχαία Aσσυρία, που για τους Έλληνες… … Dictionary of Greek
Κουφονήσι — I Ακατοίκητη νησίδα (υψόμ. 64 μ.) του Λιβυκού πελάγους. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λεύκης του νομού Λασιθίου. Σε κοντινή απόσταση βρίσκονται και οι βραχονησίδες Στρογγυλό, Μακρουλό και Τράχηλος· η συστάδα αυτών των βραχονησίδων ονομάζεται… … Dictionary of Greek
Κυρά Φροσύνη — (; – 1801). Εθνομάρτυρας. Ήταν σύζυγος του ευπατρίδη των Ιωαννίνων Δ. Βασιλείου και ανιψιά του μητροπολίτη Ιωαννίνων Γαβριήλ Γκάγκα. Η Κ.Φ., γυναίκα εξαιρετικής ομορφιάς, συνελήφθη και οδηγήθηκε στην Αυλή του Αλή πασά (10 Ιανουαρίου 1801), επειδή … Dictionary of Greek